Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

Να γράψω 


Ο χρόνος αναδιπλώνεται, τρυπώνει στο δωμάτιο.
Να κρατήσω τις στιγμές. Να γράψω.
Χεράκια απλώνονται, φωνούλες… Δύο, τέσσερα, έξι... ένα παραμύθι ακόμα…  το νανούρισμα μαμά, και το άλλο που μου αρέσει.
«Νάνι  νάνι … και παρήγγειλα στην πόλη τα προικιά σου… νάνι νάνι κοιμήσου γλυκά.»
«Σ’ αγαπώ από δω ως το φεγγάρι και γύρω γύρω – κι εγώ σ’ αγαπώ – και μετά ως τον ήλιο και γύρω γύρω – κι εγώ σ’ αγαπώ – και πάλι πίσω στη γη».
Ως την άκρη του κόσμου. Ώσπου να μην υπάρχει κόσμος.
Συστολή. Διαστολή. Καρδούλα που χτυπάει ακουμπημένη στην καρδιά μου. 
Εισπνοή. Εκπνοή. Ανάσα που αναπαύεται στο στήθος μου.
Η αγάπη λιώνει, στροβιλίζεται και μας σκεπάζει. Ευλογία.
«Μαμά, γάλα.»
«Μείνε κοντά μου , ν’ αποκοιμηθώ.»
Βλέφαρα βαριά που τρεμοπαίζουν.  Ανάσες σε μισόκλειστα χειλάκια. Άλλο ένα βλέμμα. Κοιμήσου μωρό μου…
«Δώσμου το χέρι σου.»
«Σ’ αγαπώ.»
Φως. Αγάπη. Όνειρα.
Μωρά μου.
Να’ ρθει ο ύπνος να σας χαϊδέψει τα μαλλάκια. Νεράιδες και πεταλούδες σαν κοιμάστε στα ταξίδια σας, να σας φιλούνε τ’ ακροδάχτυλα…  να μην υπάρξει πόνος, ποτέ.
Συστολή. Διαστολή. Ο χρόνος δεν υπάρχει.
Τώρα. Πάντα. 
Να κρατήσω τις στιγμές.
Να γράψω.


Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Στο μικρό σου χέρι μια πεταλούδα οι αιώνες...

Ο τίτλος είναι στίχος από νανούρισμα του Αλκίνοου.

Θέλω καιρό να γράψω κάτι.
Αλλά οι μέρες και οι νύχτες μου είναι γεμάτες από σένα, μωράκι μου. Πώς να εκφράσω με λόγια αυτά που βλέπω στα μάτια, στα χαμογελάκια σου; Πώς να μετουσιώσω σε λέξεις τη λαχτάρα της καρδιάς μου, όταν σφίγγεις με τα δαχτυλάκια σου τα δικά μου, την ώρα που θηλάζεις, όταν με κοιτάς στα μάτια γεμάτο ικανοποίηση και διακόπτεις το φαγητό σου για να μου γελάσεις; Έτσι σε σκεφτόμουν, από τον καιρό που σποράκι φύτρωσες μες την κοιλιά μου, κι έτσι μου έτυχες, από τη στιγμή που άκουσα μισολιπόθυμη το πρώτο τσιριχτό σου κλάμα.
Δύσκολος ο πρώτος καιρός, ειδικά για μια μαμά άπειρη, που βομβαρδίζεται με τις συμβουλές γνωστών και αγνώστων. Πόσες παρανοήσεις υπάρχουν γύρω από τη βρεφική φροντίδα και το θηλασμό δεν μπορείτε να φανταστείτε! Με παραξενεύει πολύ που μεγαλώνουν αρκετοί γονείς βρέφη μοναχικά, χωρίς την αγκαλιά της μαμάς, χωρίς το γαλατάκι από το στήθος, μωρά που αν δεν κοιμούνται όλο το βράδυ συνεχόμενα θεωρούνται ιδιότροπα ή προβληματικά! Μωρά που αν θηλάζουν συχνά σημαίνει ότι δε χορτάνουν και γι' αυτό φταίει το γάλα της μάνας!!! Γονείς που προβάλλουν τις απαιτήσεις και τις δικές τους ανάγκες πάνω στο μωρό, αναμένουν από αυτό να συμπεριφέρεται ως ένας ενήλικας, μετά από 9 μηνές που αυτό ήταν προστατευμένο μέσα στην κοιλιά της μάνας του! Και ένα τσούρμο από συγγενείς και γνωστούς καλοθελητές, να υπονομεύουν την προσπάθειά σου και να επιχειρούν να σε πείσουν ότι το μωρό πρέπει να έρθει στα δικά τους μέτρα... Να δώσεις ξένο γάλα να χορτάσει, να το αφήσεις και λίγο να κλάψει, μπας και κακομάθει. Γιατί ένα μωρό δύο μηνών δεν χρειάζεται αγκαλιά και χάδι!!!
Ευτυχώς, σήμερα υπάρχουν τόσες πηγές ενημέρωσης στο διαδίκτυο, που είναι εγκληματικό να ακολουθεί κάποιος πρακτικές επιζήμιες για την ψυχική υγεία του μωρού. Θα μπορούσα να πω κι άλλα πολλά, μετά από 2,5 μήνες αγκαλιά με την μπουμπού μου. Μήνες γεμάτοι κλάμα, στην αρχή (και από τη μαμά και το μωρό), λόγω απειρίας, φόβου, απελπισίας, αλλά πολλά γελάκια, μετά. Γελάκια που κάνουμε παρέα κάθε μέρα!
Τα λέει όμως όλα το ποίημα της αγαπημένης Κικής Δημουλά:

Το σπάνιο δώρο

Tης Κικής Δημουλά

Kαινούργιες θεωρίες.
Tα μωρά δεν πρέπει να τ’ αφήνετε να κλαίνε.
Aμέσως να τα παίρνετε αγκαλιά. Aλλιώς
υπόκειται σε πρόωρη ανάπτυξη
το αίσθημα εγκατάλειψης ενηλικιώνεται
αφύσικα το παιδικό τους τραύμα
βγάζει δόντια μαλλιά νύχια γαμψά μαχαίρια.


Για τους μεγάλους, ούτως ειπείν τους γέροντες
–ό,τι δεν είναι άνοιξη είναι γερόντιο πια–
ισχύουν πάντα οι παμπάλαιες απόψεις.
Ποτέ αγκαλιά. Aφήστε τους να σκάσουνε στο κλάμα
μέχρι να τους κοπεί η ανάσα
δυναμώνουν έτσι τα αποσιωπητικά τους.
Aς κλαίνε οι μεγάλοι. Δεν έχει αγκαλιά.
Γεμίστε μοναχά το μπιμπερό τους
με άγλυκην υπόσχεση –δεν κάνει να παχαίνουν
οι στερήσεις– πως θά ‘ρθει μία και καλή
να τους επικοιμήσει λιπόσαρκα
η αγκαλιά της μάνας τους.
Bάλτε κοντά τους το μηχάνημα εκείνο
που καταγράφει τους θορύβους του μωρού
ώστε ν’ ακούτε από μακριά
αν είναι ρυθμικά μοναχική η αναπνοή τους.
Ποτέ μη γελαστείτε να τους πάρετε αγκαλιά.
Tυλίγονται άγρια
γύρω απ’ τον σπάνιο λαιμό αυτού του δώρου,
θα σας πνίξουν.


Tίποτα. Όταν σας ζητάνε αγκαλιά
μολών λαβέ μωρό μου, μολών λαβέ να απαντάτε.

(από το H εφηβεία της λήθης, Στιγμή 1994)



Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Νέος κόσμος

Πατουσάκια
Χεράκια
Χειλάκια
Μαλλάκια
Τα υποκοριστικά της νέας μας ζωής - όλα τα μικρά αλλά μεγάλα! :)
Η έγνοια
Η φροντίδα
Η αγάπη
Η κόρη μου
Τα θηλυκά της καθημερινότητάς μου - πια.
Η χαρά για το παρόν - η προσμονή για όσα θα έρθουν (ωραία ή άσχημα) - μαζί σου!
ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΕΣ μωράκι!

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

Ερώτηση

Πόσα όνειρα, δάκρυα, ελπίδες, φόβους, πόση αγωνία, ενθουσιασμό, χαρά, πόσο τρόμο, πόσα αντιφατικά συναισθήματα μπορεί να χωρέσει εντέλει το πλασματάκι που αναδεύεται εντός; 
..............................................

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2009

Eίμαστε κάτι, Κώστας Καρυωτάκης

Eίμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες.
O άνεμος, όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.

Eίμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Yψώνονται σα δάχτυλα στα χάη,
στην κορυφή τους τ' άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.

Eίμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.

Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Mας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

Μέσα σε δάσος από μάσκες...

Θα καλλιεργήσω το ωραιότερο άνθος. Στις καρδιές των ανθρώπων θα φυτέψω την Αχαριστία. Ευνοϊκοί είναι οι καιροί, κατάλληλος ο τόπος. Ο άνεμος τσακίζει τα δέντρα. Στη νοσηρή ατμόσφαιρα ορθώνονται φίδια. Οι εγκέφαλοι, εργαστήρια κιβδηλοποιών. Τερατώδη νήπια τα έργα, υπάρχουν στις γυάλες. Και μέσα σε δάσος από μάσκες, ζήτησε να ζήσεις. Εγώ θα καλλιεργήσω την Αχαριστία.
Όταν έρθει η τελευταία άνοιξις, ο κήπος μου θα 'ναι γεμάτος από θεσπέσια δείγματα του είδους. Τα σεληνοφώτιστα βράδια, μονάχος θα περπατώ στους καμπυλωτούς δρόμους, μετρώντας αυτά τα λουλούδια. Πλησιάζοντας με κλειστά μάτια τη βελούδινη, σκοτεινή στεφάνη τους, θα νιώθω στο απρόσωπο τους αιχμηρούς των στημόνες και θ' αναπνέω το άρωμά τους.
Οι ώρες θα περνούν, θα γυρίζουν τ' άστρα, και οι αύρες θα πνέουν, αλλά εγώ, γέρνοντας ολοένα περσότερο, θα θυμάμαι.
Θα θυμάμαι τις σφιγμένες γροθιές, τα παραπλανητικά χαμόγελα και την προδοτική αδιαφορία.
θα μένω ακίνητος ημέρες και χρόνια, χωρίς να σκέπτομαι, χωρίς να βλέπω, χωρίς να εκφράζω τίποτε άλλο. Θα είμαι ολόκληρος μια πικρή ανάμνησης, ένα άγαλμα που γύρω του θα μεγαλώνουν τροπικά φυτά, θα πυκνώνουν, θα μπερδεύονται μεταξύ τους, θα κερδίζουν τη γη και τον αέρα. Σιγά σιγά οι κλώνοι τους θα περισφίγγουν το λαιμό μου, θα πλέκονται στα μαλλιά μου, θα με τυλίγουν με ανθρώπινη περίσκεψη.
Κάτου από τη σταθερή τους ώθηση, θα βυθίζομαι στο χώμα.
Και ο κήπος μου θα είναι ο κήπος της Αχαριστίας.


K.Γ. Καρυωτάκης (1929)